Δευτέρα 20 Μαρτίου 2017

Στα όρια... Απόσπασμα από "Το κέρμα"

Πλευρές της ζωής, μέσα από "Το κέρμα"...

Όλο το βράδυ το τηλέφωνο του Μιχάλη ήταν κλειστό. Δεν είχαμε επικοινωνήσει καθόλου από το μεσημέρι, που τον είχα δει στο εργοστάσιο. Δεν ανησύχησα, δεν υπήρχε και λόγος να πάει το μυαλό μου σε κάτι κακό. Με παραξένευε βέβαια, αλλά είπα να περιμένω. Είχα χαλαρώσει και έβλεπα τηλεόραση. Ήταν δυόμιση πια που χτύπησε το κινητό μου. Απόκρυψη και φωνή νεανική.

«Κύριε Ανέστη, συγγνώμη που σας ενοχλώ, πώς να σας το πω... Ο Μιχάλης είναι στα επείγοντα στον Ευαγγελισμό... Αλλά είναι καλά, μην ανησυχείτε!»

«Ποιος είσαι; Τι συνέβη στο Μιχάλη; Τι έπαθε;»

«Μάλλον ήπιε πολύ, δεν ξέρω...»


Πετάχτηκα, έβαλα ένα παντελόνι, πουκάμισο, πήρα ένα σακάκι στο χέρι και τρέχοντας μπήκα στο αυτοκίνητο. Ούτε δέκα λεπτά δεν έκανα να φτάσω. «Όχι, ρε γαμώτο, πάλι... Δε φτάνει μια φορά!» παράτησα το αυτοκίνητο πάνω σε ένα πεζοδρόμιο και προχώρησα προς τα κει που έδειχνε μια ταμπέλα τα επείγοντα. Στην πόρτα με πλησίασε ένας νεαρός με κατακόκκινο μακρύ μαλλί.

«Κύριε Ανέστη, με θυμάστε; Είμαι ο Άγγελος, ο φίλος του Μιχάλη που με είχατε δει πριν από καιρό στο μπαρ. Εγώ σας τηλεφώνησα, δεν είναι σοβαρό...»

Τον παραμέρισα, μπήκα στην πρώτη αίθουσα και άρχισα να ρωτάω πού ήταν ο Μιχάλης.

Επικρατούσε ένας μικρός χαμός. Διάφορα περιστατικά, γιατροί και νοσοκόμοι να πηγαινοέρχονται, συγγενείς να κάνουν σαν παλαβοί, ασθενείς πάνω στα κρεβάτια να περιμένουν περίθαλψη. Όλοι ανυπόμονοι και όλοι έτοιμοι για καυγά. Κοιτώντας γύρω σου, αυτή την κατάσταση, αναρωτιόσουν «τι σόι ζώο είναι τελικά ο άνθρωπος!»

Επιτέλους βρήκα το Μιχάλη, ξαπλωμένο σε ένα κρεβάτι, γυρισμένο στο πλάι με ορό στο χέρι. Η νοσηλεύτρια-ήρωας μου είπε δυο λόγια για την κατάσταση του και φώναξε το γιατρό. «Έχουμε αρκετά τέτοια περιστατικά, υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ και πιθανόν χρήση, μπορεί με κατάποση, άλλων ουσιών. Ευτυχώς έκανε εμετό και τον έφεραν γρήγορα στο νοσοκομείο. Δε χρειάστηκε αναπνευστική υποστήριξη. Πήραμε αίμα και υγρά για εξετάσεις που θα βγουν σε καμιά δεκαπενταριά μέρες. Αν έχει καλή εξέλιξη όπως προβλέπω, το απόγευμα θα μπορέσετε να τον πάρετε. Το επόμενα δυο εικοσιτετράωρα τουλάχιστον θέλει προσοχή και αποχή από κάθε ουσία. Είναι ζαλισμένος ακόμη αλλά θα συνέλθει. Θα έρθω να τον ξαναδώ, πρέπει να φύγω, βλέπετε τι γίνεται...»

Ευχαρίστησα το γιατρό, με ανακούφισε κι ο λόγος της νοσηλεύτριας «μη στεναχωριέστε, παιδιά είναι και ξεφεύγουνε, αύριο θα το έχετε ξεχάσει...» έμεινα για λίγο κοντά στο Μιχάλη και βγήκα στη μεγάλη αίθουσα. Ο Άγγελος εκεί, μίλαγε με έναν πενηντάρη. Με πλησίασε, «κύριε Ανέστη, ο κύριος Χάρης, ο ιδιοκτήτης του μπαρ, μαζί φέραμε το Μιχάλη εδώ...» μου έδειξε τον άλλο.

«Τι ακριβώς έγινε, κύριε...»

«Κατ' αρχήν να εκφράσω τη λύπη μου για το γεγονός...»

«Άσε τις λύπες και λέγε!»

«Είχαν έρθει ο Μιχάλης με τα άλλα παιδιά από νωρίς στο μαγαζί και πίνανε. Κάποια στιγμή αρχίσανε τα σφηνάκια και τα μπερδέψανε. Μέσα στα γέλια και τη φασαρία ο Μιχάλης φάνηκε να χάνει τις αισθήσεις του, έπεσε από το σκαμπό, ευτυχώς δε χτύπησε πουθενά, οι άλλοι μάλλον φοβήθηκαν και την κοπάνησαν. Μόλις είδαμε ότι ο Μιχάλης δε συνερχόταν, πήραμε το 166 και το ασθενοφόρο τον έφερε εδώ. Μαζί του ήρθαμε εγώ κι ο Άγγελος. Αυτά έγιναν. Τώρα...»

«Φαντάζομαι ξέρεις ποια ήταν τα παιδιά, πόσα ήταν;»

«Τρία και βέβαια τα ξέρω...»

«Λοιπόν, επειδή είσαι συνεργός, θα έρθω αύριο το βράδυ νωρίς στο μαγαζί σου, να πούμε κάποια πράγματα με ησυχία. Φρόντισε να είσαι εκεί. Τώρα μπορείς να φύγεις. Ο Άγγελος θα μείνει».

Έφυγε χωρίς να πει κουβέντα. Είχε έρθει η ώρα του Άγγελου.

«Εγώ, κύριε Ανέστη, ξέρετε ότι τον αγαπώ το Μιχάλη, δε θα του έκανα ποτέ κακό...»

«Εσύ δεν είχες ξανθά μαλλιά; Κάνω λάθος;»

«Όχι, κύριε Ανέστη, καλά θυμάστε. Να, ξέρετε... κάθε τόσο αλλάζω χρώμα και στυλ!»

«Για πες μου τι έγινε απόψε, βρε Άγγελε;» τον έπιασα με το καλό.

«Από την αρχή φοβόμουν ότι δε θα έχουμε καλή κατάληξη. Πολύ επιθετικοί ήταν προς το Μιχάλη, τον ζόριζαν να πίνει. Κάποια στιγμή φωνάξανε και μια γκόμενα που του τριβόταν και όλο του τσούγκριζε το ποτήρι. Μετά αρχίσαν τα σφηνάκια. Στη θολούρα μπορεί να κρυφτεί εύκολα, αν θέλεις κάτι να προσθέσεις».

«Άγγελε, θέλω καθαρές απαντήσεις. Ο μπάρμαν έριξε κάτι στο ποτό; Κάποιος από την παρέα; Αυτό μου λες!»

«Όχι, ο μπάρμαν, αποκλείεται. Το παιδί είναι φοιτητής, δεν πίνει αλκοόλ, δεν έχει σχέση με τίποτα παράνομο και τον έχει εκεί ο Χάρης επειδή είναι κούκλος και δουλευταράς. Μη με μπλέξετε, κύριε Ανέστη...»

«Αν και δε μου απάντησες ακριβώς, κατάλαβα. Δε θα σε μπλέξω Άγγελε, μη φοβάσαι. Θέλω να είσαι στο μπαρ αύριο κατά τις εννιάμισι. Κάνε μου και μια αναπάντητη κλήση τώρα να έχω το τηλέφωνο σου. Θα έρθεις έτσι; Μη σε ψάχνω!»

«Θα είμαι, κύριε Ανέστη, εκτός της αγάπης για το Μιχάλη, σας εκτιμώ βαθύτατα, είστε πολύ κύριος!»

Μετά και τα εύσημα που εισέπραξα από τον Άγγελο, πήγα μέσα να δω τον κανακάρη μου...

Μάνος Περράκης

https://tokerma.blogspot.gr/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου